Ομιλία Θεοφιλ. Επισκόπου Κλαυδιουπόλεως Ιακώβου

Εορτή Αποστόλου Ανδρέου

Σεβαστοί Πατέρες και Αγιοστόλιστοι Χριστιανοί,
Συναχθήκαμε σήμερα στον Ιερό τούτο Ναό, με την ωραία και κατανυκτική ευκαιρία
του εορτασμού της μνήμης του Αγίου Ενδόξου και πανευφήμου Αποστόλου Ανδρέου του
Πρωτοκλήτου.

Τὸν τῆς ἀνδρείας ἐπώνυμον θεηγόρον,
καὶ μαθητῶν τὸν πρωτόκλητον τοῦ Σωτῆρος,
Πέτρου τὸν σύγγονον εὐφημήσωμεν,
ὅτι ὡς πάλαι τούτῳ καὶ νῦν ἡμῖν ἐκέκραγεν·
Εὑρήκαμεν δεῦτε τὸν ποθούμενον.

Ο Κύριος με την παρουσία Του και μόνο επιβλήθηκε σε όσους πλησίασε. Η γαλήνια
μορφή Του τους ειρήνευσε. Τα λόγια Του μάγευαν τα πλήθη. Η προσωπικότητά Του τους
έθελξε. Η χάρη Του δημιούργησε κάτι νέο και συνταρακτικό στην ψυχή τους. Επιθυμούσαν
να Τον πλησιάσουν, να είναι πάντα κοντά Του.

Οι δύο μαθητές του Τιμίου Προδρόμου, ο Ανδρέας και ο Ιωάννης, κινούμενοι από
μια ακαταμάχητη εσωτερική δύναμη, αφήνουν τον μέχρι τότε διδάσκαλό τους τον Ιωάννη
και τρέχουν να ακολουθήσουν τον Μεσσία. Και ο Καρδιογνώστης -αφού αυτοί δεν του
είπαν για ποιο λόγο τον ακολουθούν και τι θέλουν- τους ρωτά: «Τί ζητεῖτε;»

Υπάρχουν όμως περιπτώσεις και στιγμές κατά τις οποίες ο άνθρωπος δεν μπορεί να
απαντήσει κατ’ ευθείαν, και ή σιωπά ή δίνει άλλη διαφορετική απάντηση από την αληθινή.
Το δεύτερο συνέβη με τους δύο αυτούς Μαθητές. Ο Κύριος τους ρωτά «τί ζητεῖτε», αυτοί
ξαφνιάζονται από την ερώτηση και δεν απαντούν αμέσως, αλλά τον ρωτούν που μένει. Κι
Εκείνος τους απαντά να έρθουν κοντά Του και να δουν που μένει, να Τον ακολουθήσουν.
Ήταν κι αυτό μια έκφραση του πόθου τους να επικοινωνήσουν με τον Σωτήρα. Τον
προσδοκούσαν. Τον περίμεναν. Και τώρα που ο Πρόδρομος Ιωάννης τους έδειξε τον
Μεσσία, τρέχουν κοντά Του. Πρώτος απ’ όλους ο Απόστολος Ανδρέας.

Αλλά ο Πρωτόκλητος Μαθητής δεν μένει μέχρι εδώ. Δεν του είναι αρκετό ότι βρήκε
αυτός τον Μεσσία. Θέλει να κάνει μετόχους της χαράς του και άλλους. Βρίσκει τον αδελφό
του, τον Σίμωνα και του λέει: «Εὑρήκαμεν τόν Μεσσίαν˙ ὃ ἐστι μεθερμηνευόμενον
Χριστός».

Ο άνθρωπος δια μέσου των αιώνων, έκανε και κάνει συνεχώς καταπληκτικές και
εκθαμβωτικές ανακαλύψεις και ποιος μπορεί να φαντασθεί πόσες θα κάνει ακόμα. Αλλά
αυτό που βρήκε ο Ανδρέας είναι και θα παραμείνει στους αιώνες ασύγκριτη ανακάλυψη.
Τι βρήκε; Βρήκε τον Μεσσία. Ό,τι μεγαλύτερο και πολυτιμότερο ήταν δυνατόν να ποθήσει
και να βρει ποτέ ο άνθρωπος. Ο άνθρωπος όμως της εποχής μας άλλα διψά και άλλα

ζητάει. Λίγο ή καθόλου δεν αναζητά τον Κύριο και Θεό του. Αν όμως με όση δίψα
επιδιώκει τόσες άλλες ανακαλύψεις, ζητούσε να βρει και τον Μεσσία, πόσο διαφορετικός
θα ήταν σήμερα ο κόσμος μας, η κοινωνία μας. Γιατί η γνωριμία με τον Χριστό και ο
σύνδεσμος του ανθρώπου μαζί Του τον μεταμορφώνει, τον αλλάζει. Τον κάνει άνθρωπο
αγάπης, δικαιοσύνης, τιμιότητας και ειλικρίνειας. Τον κάνει ομολογητή, άνθρωπο γεμάτο
αυταπάρνηση και αυτοθυσία, όπως ακριβώς συνέβη και στην περίπτωση του
Πρωτόκλητου Μαθητή.

Ο Πρωτόκλητος Ανδρέας όταν έγινε μαθητής του Κυρίου και δέχθηκε τη χάρη του
Αγίου Πνεύματος κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, αναδείχθηκε διδάσκαλος της
Οικουμένης. Με ζήλο και εν μέσω πολλών διωγμών διέδωσε το μήνυμα του Ευαγγελίου
στην Ασία, στο Βυζάντιο, στην Κύπρο μας, στην ηπειρωτική Ελλάδα και τελικά στην Πάτρα.
Εκεί προσέφερε την ίδια του τη ζωή, στο βωμό της πίστεως.

Ο Ανθύπατος Αιγεάτης προσπάθησε με κάθε τρόπο να κάνει τον Απόστολο να
αρνηθεί την χριστιανική του πίστη. Ο Πρωτόκλητος όμως έμεινε ακλόνητος. Τότε ο
σκληρός και απάνθρωπος τύραννος διέταξε να τεντωθεί το σώμα του Αποστόλου και να
δεθούν τα πόδια του επί του Σταυρού. Σε σχήμα χιαστή πάνω σε ελιά σταυρώθηκε ο
Απόστολος Ανδρέας, γράφει ο Ιππόλυτος Ρώμης. Σκληρός ο θάνατος αυτός του
Αποστόλου. Όμως τον υπέμεινε με αξιοθαύμαστη καρτερία, ατενίζοντας ένα άλλο σταυρό,
που λίγα χρόνια πριν είχε στηθεί στο Γολγοθά.

Η αγιασμένη ζωή του, οι θυσίες του και το ένδοξο μαρτύριο του θα παραμείνουν ως
το πιο εύγλωττο κήρυγμά του. Ένα κήρυγμα που διασαλπίζει σε όλους μας, ότι δεν αρκεί
μόνο να γνωρίσουμε τον Μεσσία, αλλά οφείλουμε πάνω απ’ όλα να Τον ακολουθούμε και
στο δρόμο της αυταπάρνησης και της θυσίας. Ίσως από μας σήμερα δεν ζητηθεί να
χύσουμε το αίμα μας, ούτε να ανέβουμε στο σταυρό, θα μάς ζητηθούν όμως μικρές
καθημερινές προσφορές και θυσίες, στο όνομα του Χριστού. Θα μας ζητηθεί να
συγχωρέσουμε τον εχθρό μας, να ανεχθούμε τις ιδιοτροπίες των συγγενών μας, να
ζήσουμε με δικαιοσύνη. Θα μάς ζητηθεί να παραμελήσουμε το εγώ μας και να
προσφέρουμε κάτι στον αδελφό μας. Να βοηθήσουμε κάποιον που έχει ανάγκη, να
συμπαρασταθούμε στον άρρωστο, στον φτωχό. Ίσως, επίσης, να μάς ζητηθεί να δώσουμε
κάποια προσφορά, κάποια θυσία χρημάτων, ανέσεως, ξεκούρασης. Όταν όμως δεν
θέλουμε να δώσουμε κάτι από αυτά τα μικρά που μάς ζητούνται, πως μπορεί κατόπιν να
θυσιάσουμε και την ζωή μας;

Ας αρχίσουμε, λοιπόν, αδελφοί μου, από τις μικρές και ανώδυνες θυσίες. Ακόμη κι
αυτές είναι ευπρόσδεκτη προσφορά στο βωμό του Θεού. Είναι η καλή απαρχή, για να
προχωρήσουμε και στις μεγάλες θυσίες, από τις οποίες ο στέφανος που θα λάβουμε είναι
ασυγκρίτως μεγαλύτερος στη Βασιλεία του Θεού.

Σήμερα, που τιμούμε την ιερή μνήμη του Αγίου ενδόξου και πανευφήμου
Αποστόλου Ανδρέου του Πρωτοκλήτου, ας ευχηθούμε στους ευλαβέστατους Πατέρες,
στους αφοσιωμένους Άρχοντες και στο αγιοσκέπαστο λαό του Θεού της θεοφιλούς αυτής
(και εορτάζουσας) Κοινότητας (τάδε) Χρόνια Πολλά, ευλογημένα, ειρηνικά και καρποφόρα.

Είθε δε, ο Πρωτόκλητος Απόστολος να ευδοκήσει έτσι ώστε, το ιστορικό Μοναστήρι
του και μεγάλο προσκύνημα της εσταυρωμένης Κύπρου μας, στην κατεχόμενη από το
1974 Καρπασία, την χερσόνησο των αγίων και ηρώων, να ανοίξει και πάλι την ιερή και
θερμή αγκάλη του και να περικλύσει όλους τους ευλαβείς προσκυνητές, προσφέροντάς
τους έτσι τη θαλπωρή της Ορθόδοξης πίστης και την πολυπόθητη σωτηρία των ψυχών
τους.

Αμήν. Γένοιτο.