Ομιλία για την εθνική εορτή της 25 Μαρτίου

Ομιλία του Προέδρου της Κοινότητος του Αποστόλου Ανδρέου
κ. Μανώλη Σταυριανάκη
για την Εθνική Εορτή της 25ης Μαρτίου

Πέρυσι τέτοια εποχή γιορτάσαμε τα 200 χρόνια από την έναρξη της Μεγάλης Ελληνικής Επανάστασης του 1821, που οδήγησε στην εθνική παλλιγενεσία της πατρίδας μας.

Σήμερα, ημέρα της μεγάλης εορτής του Ευαγγελισμού της Θεομήτορος, συμβολική ημέρα της απαρχής της ελευθερίας του νεώτερου ελληνισμού, βρισκόμαστε και πάλι για να γιορτάσουμε την  εθνική μας αυτή επέτειο.

Ο μεγάλος όμως αυτός αγώνας των ηρωικών προγόνων μας  δεν έγινε χωρις θυσίες στο βωμό της λευτεριάς, δεν κερδήθηκε εύκολα  και δεν ήταν υπόθεση ολίγου χρόνου.

Η Ελληνική Επανάσταση κράτησε εννιά χρόνια, από το 1821 μέχρι την τελική μεγαλειώδη ολοκλήρωσή της το 1829,  αποτέλεσμα της οποίας ήταν η δημιουργία του σύγχρονου Ελληνικού κράτους. Ήταν η μεγαλύτερη σε διάρκεια χρόνου, ένταση και έκταση επιχειρήσεων στον ευρωπαικό χώρο του 19ου αιώνα, η πιό διεθνοποιημένη επανάσταση του καιρού της και η μόνη από τις φιλελεύθερες επαναστάσεις της εποχής που ευοδώθηκε.

Πέρυσι χαιρετίσαμε την επέτειο των 200 χρόνων με ένα Συνοπτικό Χρονικό του συνόλου της Μεγάλης Ελληνικής Επανάστασης του 1821.

Φέτος, το 2022, θα αναφερθούμε σε πολεμικά και πολιτικά γεγονότα του 1822, δηλαδή του δεύτερου χρόνου της Ελληνικής Επανάστασης.

Είναι αδύνατο σε λίγες γραμμές να περιλάβουμε τα πάμπολλα γεγονότα, ποκίλες συγκρούσεις, μικρές και μεγάλες μάχες και άλλες εξελίξεις του Αγώνα που έγιναν μέσα στο 1822.

Θα μνημονεύσουμε λοιπόν μόνον δύο πολεμικά γεγονότα του έτους 1822, που αποτελούν  σημαντικούς ιστορικούς σταθμούς στην πορεία της Επανάστασης  και σημαδεύτηκαν με τον ηρωισμό και την αυταπάρνηση των Ελλήνων καθώς και τις στρατιωτικές ικανότητες των ηγετών του Μεγάλου Αγώνα.

Μία από τις πιό βάρβαρες πράξεις των Οθωμανών Τούρκων ήταν η Καταστροφή της Χίου, του ακριτικού αυτού ελληνικού νησιού, από τις δυνάμεις του Τούρκου ναυάρχου Καρά- Αλή την Κυριακή του Πάσχα 2 Απριλίου 1822 και τις μέρες που ακολούθησαν. Σφαγιάστηκαν 23,000 Έλληνες και πιάστηκαν αιχμάλωτοι άλλες 47,000.  Η άγρια σφαγή της Χίου συγκλόνισε και συγκίνησε βαθιά όχι μόνο τον Ελληνισμό, αλλά και τους λαούς όλης της Ευρώπης και απεικονίστηκε με έντονα χαρακτηριστικά στοιχεία από τον μεγάλο Γάλλο ζωγράφο Ευγένιο Ντελακρουά  στον περίφημο πίνακά του με τίτλο  “η Σφαγή της Χιου”.

Η έκταση και η βαρβαρότητα αυτής της τραγωδίας πυροδότησε την απόφαση της ανάληψης κοινής προσπάθειας των τριών στόλων των νησιών της ελληνικής ναυτοσύνης, της Ύδρας, των Σπετσών και των Ψαρών με σκοπό την τιμωρία του Καρά-Αλή και του υπ’αυτόν τουρκικού στόλου. Μετά από διάφορες εξελίξεις αποφασίστηκε από τους αρχηγούς των στόλων των Ψαρών και της Ύδρας, Κωσταντή Κανάρη και Ανδρέα Μιαούλη, να οργανωθεί επιχείρηση πυρπόλησης της Τουκικής αρμάδας στα στενά του Τσεσμέ, μεταξύ της Χίου και των Μικρασιατικών παραλίων, μιά επιχείρηση εξαιρετικά δύσκολη που απαιτούσε απέραντο θάρρος  και μοναδική ικανότητα εκτέλεσης.

Έτσι, την 1η Ιουνίου 1822 δύο πυρπολικά, ένα Ψαριανό με κυβερνήτη τον Κωσταντή Κανάρη και ένα Υδραίικο με τον Ανδρέα Πιπίνο, μαζί με τέσσερα άλλα βοηθητικά πλοία, ξεκίνησαν από τα Ψαρά για το παράτολμο έργο τους.

Την νύχτα της 6ης πρός την 7η Ιουνίου πλησίασαν την τουρκική αρμάδα. Το βαθύ σκοτάδι της αφέγγαρης νύχτας και η συμμετοχή των Τούρκων στη μεγάλη τους γιορτή του μπαιραμιού θεωρήθηκαν η κατάλληλη στιγμή για την πυρπόληση. Τα φωτισμένα για τη γιορτή Τουρκικά πλοία έκαναν ακόμη ευνοικώτερες τις συνθήκες, γιατί τα πυρπολικά μπορούσαν να κινηθούν με άνεση στη σκοτεινή θάλασσα και να επισημάνουν ευχερέστερα το στόχο τους. Το πυρπολικό του Κωσταντή Κανάρη μπόρεσε με θαυμάσιους ελιγμούς να προσδεθεί στερεά στη ναυαρχίδα του τουρκικού στόλου και στη συνέχεια να προσδέσει γερά το μπουρλότο.  Σε λίγα λεπτά, και ενώ το πλήρωμα του πυρπολικού είχε επιβιβασθεί στη βάρκα της διαφυγής, τεράστιες φλόγες άρχισαν να απλώνονται σε όλα τα σημεία του πλοίου, στο οποίο ήταν συγκεντρωμένοι σχεδόν όλοι οι αξιωματικοί του τουτκικού στόλου. Τα 84 πυροβόλα της ναυαρχίδας άρχισαν να εκπυρσοκροτούν με αποτέλεσμα τον θάνατο περίπου 2,000 Τούρκων καθώς και του ναυάρχου τους καπουδάν πασά Καρά-Αλή.

Τεράστια εντύπωση προκάλεσε το κατόρθωμα των ηρωικών πυρπολητών σε ολόκληρη την Ευρώπη, όπου χαρακτηρίστηκε σαν “κοσμοιστορικό γεγονός”. Ο Άγγλος ιστορικός Gordon γράφει πως η πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας ήταν “ένα από τα πιό καταπληκτικά στρατιωτικά κατορθώματα που αναφέρει η ιστορία” και παρακάτω εκθειάζοντας  τον Κανάρη γράφει ότι “είναι ο πιό έξοχος εκπρόσωπος του ηρωισμού που η Ελλάδα όλων των εποχών μπορεί να υπερηφανεύεται”.

Λίγο καιρό αργότερα συνέβη στη στεριά ένα από τα σημαντικώτερα και κρισιμότερα γεγονότα της Ελληνικής Επανάστασης.  Ήταν η μεγάλη νίκη των Ελλήνων στα Δερβενάκια, μιά τοποθεσία της βορειοανατολικής Πελοποννήσου, τον Ιούλιο του 1822, γνωστή και ως Σφαγή του Δράμαλη.

Μεγάλη τουρκική στρατιά, αποτελούμενη από περίπου 25,000 πολεμιστές, από τους οποίους τα τρία τέταρτα ήταν έφιπποι, ξεκίνησε από τη Στερεά Ελλάδα υπό την αρχηγία του Μαχμούτ Πασά της Δράμας, του επονομαζόμενου Δράμαλη.

Αφού πέρασε από τη Θήβα, την οποία πυρπόλησε, και τη Μεγαρίδα χωρίς να συναντήσει αντίσταση, μπήκε στην Πελοπόννησο και κατέλαβε την Κόρινθο. Στόχος του Δράμαλη ήταν να καταπνίξει την Επανάσταση σε ολόκληρο το Μοριά. Τις κρίσιμες εκείνες ημέρες για την τύχη του Μεγάλου Αγώνα φάνηκε για μιά ακόμα φορά η στρατηγική ιδιοφυία του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, του Γέρου του Μοριά.  Μέσα σε ελάχιστο χρόνο κατόρθωσε ο Κολοκοτρώνης με συντονισμένες ενέργειες και επιτελικούς χειρισμούς να αναγκάσει τον τουρκικό στρατό να περιοριστεί στην Αργολίδα, στη βορειοανατολική Πελοπόννησο, και να ματαιώσε την πορεία του Δράμαλη προς το κέντρο της Πελοποννήσου. Οι κινήσεις του Κολοκοτρώνη περιέλαβαν την κατάληψη στρατηγικών θέσεων, με αποτέλεσμα την απομόνωση του Δράμαλη στην Αργολίδα, την κατάληψη του παλαιού κάστρου του Άργους, με αποτέλεσμα να απασχοληθούν αρκετές τουρκικές δυνάμεις εκεί  και την καταστροφή σιτηρών, πράγμα που εδημιούγγησε τεράστιο επισιτιστικό πρόβλημα στον εχθρικό στρατό.  Έτσι, οι Τούρκοι έχασαν πολύτιμο χρόνο και βρέθηκαν εγκλωβισμένοι στην Αργολίδα, έχοντας εξαντλήσει τα αποθέματα τροφών, χωρίς να έχουν τη δυνατότητα ανεφοδιασμού.  Αποφάσισε λοιπόν ο Δράμαλης να επιστρέψει στην Κόρινθο, βορείως του Άργους, ελπίζοντας ότι εκεί θα φθάσουν τουρκικές ενισχύσεις.  Τις προθέσεις και το σχέδιο του Δράμαλη όμως το αντιλήφθηκε ο Κολοκοτρώνης και έσπευσε να καταλάβει, μαζί με τους άλλους οπλαρχηγούς, τις στενές διαβάσεις, που από το Άργος οδηγούσαν στην Κόρινθο.  Στις 26 Ιουλίου 1822 λοιπόν έγινε η τρομερή μάχη στα Δερβενάκια, όπου η τουρκική στρατιά του Δράμαλη υπέστη κυριολεκτική πανωλεθρία, με απώλειες τουλάχιστον 3,000 νεκρούς.

Η περιφανής αυτή νίκη των Ελλήνων στα Δερβενάκια, υπό την γενική αρχηγία του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, πλαισιούμενου από τους ηρωικούς οπλαρχηγούς Δημήτριο Υψηλάντη, Νικήτα Σταματελόπουλο τον επιλεγόμενο Νικηταρά τον Τουρκοφάγο, τον Γρηγόριο Παπαφλέσσα και άλλους, έσωσε την Επανάσταση στην Πελοπόννησο.  Αποτέλεσε ορόσημο στην πορεία του Μεγάλου Αγώνα και έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην αίσια έκβαση και την τελική του επιτυχία.

Εκτός όμως από τα πολεμικά γεγονότα, ανάμεσα στα οποία εξέχουσα θέση κατέχουν τα προαναφερθέντα ηρωικά κατορθώματα των επαναστατημένων Ελλήνων, ένα σπουδαίο πολιτικό γεγονός αποτέλεσε η Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας και το λεγόμενο “Προσωρινό Πολίτευμα” της Επιδαύρου της 1ης Ιανουαρίου 1822.

Η σύνταξή του έγινε από δωδεκαμελή επιτροπή, με προεξέχοντα μέλη τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και τον Θεόδωρο Νέγρη, και  αποτελείται από 110 άρθρα, που κατανέμονται σε πέντε ενότητες, που ονομάζονται “τίτλοι”, και σε ένα Παράρτημα.

Το κείμενο του “Προσωρινού Πολιτεύματος” της Επιδαύρου αποκαλύπτει έντονη επίδραση των ιδεών της Γαλλικής Επανάστασης του 1789 και οι οργανωτικές του βάσεις ακολουθούν τα γαλλικά συντάγματα του 1793 και 1795, όπως επίσης και το αμερικανικό της 17ης  Σεπτεμβρίου 1787. Τα βασικά χαρακτηριστικά του είναι η αντιαπολυταρχική διάθεση και η θέσπιση πολυαρχικής εξουσίας.  Και αυτά, σε αντίθεση με τους απολυταρχικούς κύκλους της Ευρώπης και τη μοναρχική συγχορδία της ευρωπαικής ηπείρου της εποχής εκείνης.

Η σύντομη, λακωνική διακήρυξη που προτάσσεται στο “Προσωρινό Πολίτευμα”  έχει ως εξής :

ΕΝ  ΟΝΟΜΑΤΙ  ΤΗΣ  ΑΓΙΑΣ  ΚΑΙ  ΑΔΙΑΙΡΕΤΟΥ  ΤΡΙΑΔΟΣ

Το Ελληνικόν Έθνος, το υπό την φρικώδη Οθωμανικήν δυναστείαν, μη δυνάμενον να φέρη τον βαρύτατον και απαραδειγμάτιστον ζυγόν της τυραννίας , και αποσείσαν αυτόν με μεγάλας θυσίας, κηρύττει σήμερον δια των νομίμων Παραστατών του, εις Εθνικήν συνηγμένων Συνέλευσιν, ενώπιον Θεού και ανθρώπων   “Την πολιτικήν αυτού Ύπαρξιν και Ανεξαρτησίαν”

Ο δε πρώτος τίτλος  του Πολιτεύματος, δηλαδή το πρώτο του άρθρο, ορίζει :

“Η επικρατούσα Θρησκεία εις την Ελληνικήν Επικράτειαν είναι η της Ανατολικής  Ορθοδόξου του Χριστού Εκκλησίας”.

Αυτός  είναι λοιπόν ο σπόρος απ’όπου βλάστησε η νεώτερη Ελληνική Πολιτεία και που μας επιτρέπει σήμερα να βροντοφωνήσουμε :

Ζήτω η Ελλάδα, Ζήτω η Κύπρος, Ζήτω το Έθνος!